Select Page

Χρόνια τώρα αναφερόμαστε στο δίπολο κόκκινου και μπλε. Σπάνια κάνουμε αναφορά για το δίπολο ορθολογιστών και ανορθολογιστών, καθότι αυτοί βρίσκονται σ’ όλους τους κύκλους των χρωμάτων. Βλέπετε δε βολεύει κάποιους ο ορθός λόγος, όχι μόνο εντός πολιτικών στρωμάτων αλλά κυρίως εκτός – στη κοινωνία. Κακώς βέβαια, αλλά πάντοτε η λήθη και το παραμύθι ήταν πιο βολικά.

Αναρωτηθήκαμε ποτέ για αυτό το δίπολο; Τι είναι αυτό που διαχωρίζει τους ορθολογιστές και τους ανορθολογιστές; Από τη πλευρά των ορθολογιστών έχουμε μια συγκροτημένη άποψη, ενώ στην αντίθετη πλευρά έχουμε αυτούς που είναι απλά… αντίθετοι. Αυτή λοιπόν η δεύτερη πλευρά ξέρει ακριβώς τι ΔΕΝ θέλει, εντούτοις δεν έχει ξεκαθαρίσει ποτέ τι είναι αυτό που θέλει. Βρίσκεται συνεχώς σε μια απόλυτα αμυντική στάση, με ανταπαντήσεις και αντεπιχειρήματα που απλώς υπονομεύουν τις όποιες προσπάθειες που γίνονται για εξορθολογισμό. Κι όλα αυτά δίχως να προσφέρει εναλλακτικές λύσεις εκτός από κάτι ασαφή και συγκεχυμένα οράματα αλλά και άφθονη λαγνεία του παρελθόντος. Στην Κύπρο εξ όσων βλέπουμε οι ανορθολογικές απόψεις εξακολουθούν ακόμα και σήμερα να είναι ιδιαίτερα δημοφιλείς, καθώς η ιδεολογική συγκρότηση του λαού μας φρενάρει κάθε προσπάθεια για ουσιαστική αλλαγή των πραγμάτων.   

Κατά την γνώμη μου, το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε σαν κράτος και κατά κύριο λόγο σαν λαός είναι η έλλειψη του ορθού λόγου. Αναρωτηθήκαμε ποτέ αν αυτή η έλλειψη είναι και η αιτία όλων των επί μέρους προβλημάτων μας – πολιτικών, οικονομικών μέχρι και πολιτιστικών; Μήπως είναι εξαιτίας αυτής της έλλειψης που δυσκολευόμαστε στις διεθνείς μας σχέσεις και ταλαιπωρούμαστε αφάνταστα στην καθημερινότητα μας;  Αν ναι, τότε γιατί αποφεύγουμε και καταριόμαστε σαν τον διάβολο τον ορθό λόγο που είναι η βάση για την σκέψη και την ζωή; Η απάντηση κρύβεται στην παιδεία μας. Μαζί με την Ελλάδα είμαστε τα μοναδικά Ευρωπαϊκά κράτη στα οποία η διδασκαλία εμμένει στο «παρελθόν» αφήνοντας σε τελευταία μοίρα το «παρόν» και το «μέλλον». Όχι μόνο η κριτική μέθοδος και οι βασικές επιστημονικές θεωρίες δεν διδάσκονται στα σχολεία μας, όχι μόνο όποιοι μαθητές επιχειρήσουν να σκεφτούν για λογαριασμό τους αντί να παπαγαλίσουν, κινδυνεύουν με απόρριψη αλλά τους διδάσκουμε και ένα κάρο ψέματα και μύθους που τους γεμίζουν με ψευδαισθήσεις, τους αποπροσανατολίζουν, τους αποδυναμώνουν την ελεύθερη σκέψη και τους μετατρέπουν από τον «άνθρωπο» στο «θηρίο». Λίγοι είναι αυτοί που τολμάνε να μιλήσουν ανοικτά στο ‘παιδί’ – να του πουν τι σημαίνει να είσαι πρώτα και παν’ απ’ όλα άνθρωπος, πως πρέπει να αποδέχεσαι τον διαφορετικό, τον άλλο, τον ξένο. Ακόμα και πως η αμφισβήτηση αποτελεί τον πρωταρχικό παράγοντα της εξέλιξης – ατομικής, κοινωνικής και επιστημονικής.

Ωστόσο, υπάρχει και κάτι άλλο, πέρα απ’ αυτά: τους μεταδίδουμε το αίσθημα της ματαιότητας, της δυσπιστίας, της διατήρησης της υπάρχουσας κατάστασης, του σκοταδισμού, της αρνητικότητας. Έτσι κι αυτοί συνηθίζουν στην ιδέα που λέει πως «τίποτα δεν αλλάζει», πως αυτό έχουμε, μ’ αυτό θα πορευτούμε. Λες και η ανθρώπινη ύπαρξη δεν μετρά ήδη χιλιάδες χρόνια στον πλανήτη γη. Λες και ο άνθρωπος δεν εξελίχθηκε ποτέ, δεν άλλαξε ούτε σπιθαμή από τότε. Προφανώς και άλλαξε! Χωρίς αλλαγή δεν θα είχαμε ελπίδα για βελτίωση και εξέλιξη. Άλλωστε η σκέψη, όπως και η επιστήμη, προχωρεί και προοδεύει μόνο με αναθεωρήσεις και διαψεύσεις. Σκεφτήκατε ποτέ ότι η αναγκαστική συνέπεια είναι μια μορφή «πνευματικής δικτατορίας»; Ή ακόμα πως αν γινόμασταν όλοι άκαμπτοι δογματικοί θα ήταν πνευματική απονέκρωση;  Εάν συμφωνείτε, τότε δε νομίζετε πως πέρασαν πολλά χρόνια έως σήμερα για να εξακολουθούμε να στερούμαστε το δικαίωμα της Αλλαγής για τον τόπο και τις γενιές μας;

Ιδιαίτερα τώρα που η χώρα μας βρίσκεται σε μια κρίσιμη για την σύγχρονη ιστορία της καμπή, με την Κυβέρνηση Αναστασιάδη να καταβάλλει ίσως την σημαντικότερη προσπάθεια για επίτευξη λύσης του Κυπριακού Προβλήματος, γινόμαστε μάρτυρες της απορριπτικής τάσης μιας μερίδας του λαού που δεν επιθυμεί την ένωση του νησιού αλλά και την απωθεί η σκέψη αυτή. Η μερίδα αυτή λοιπόν μεταμφιέζεται με την μάσκα του «πιο πατριώτη» εκφράζοντας το «Εμείς εδώ, αυτοί απ’ εκεί»  – συνεπώς Διχοτόμηση, αγνοώντας πλήρως πως σε τέτοιο ενδεχόμενο η Τουρκία θα μεταφέρει κι επίσημα πλέον τα σύνορα της εντός της χώρας μας, θα «ξεχάσουμε» για πάντα χωριά, αμμουδιές και θάλασσες, ενώ θα παραμείνουν και τα 43000 στρατεύματα της μαζί με την ανασφάλεια που μας διακατέχει εδώ και 41 ολόκληρα χρόνια. Το τρομακτικό είναι που την επιθυμία αυτής της μερίδας του λαού φαίνεται να ενστερνίζονται και διάφορες πολιτικές παρατάξεις που διευρύνουν την υπάρχουσα σύγχυση του υπόλοιπου λαού. Βέβαια στην περίπτωση των εν λόγω παρατάξεων δεν είναι ότι δεν ξέρουν τι θέλουν. Ξέρουν, και πολύ καλά μάλιστα, πως χωρίς λύση διατηρείτε ο λόγος ύπαρξης τους στην πολιτική ζωή του τόπου. Μια εξ αυτών και η κεντρώα παράταξη του ΔΗΚΟ, της οποίας όλοι οι Ηγέτες υπέγραψαν την Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία (Μακάριος 1977, Κυπριανού 1979, Παπαδόπουλος 8η Ιουλίου 2006), εντούτοις παραμένει σαλεμένα ενάντια αυτής της μορφής λύσης σκορπίζοντας τον φόβο και τον τρόμο στον λαό χωρίς ουσιαστικές αιτιολογίες. Το καρέ συμπληρώνει και η άλλοτε σοσιαλιστική παράταξη της ΕΔΕΚ, η οποία αντιλήφθηκε πως δεν μπορεί να ανταγωνιστεί το αριστερό-κομμουνιστικό ΑΚΕΛ και αποφάνθηκε να εκμαιεύσει ψήφους από την ακροδεξιά μερίδα του λαού. Αν από πλευράς σας το βρίσκεται ηθικό για τον τόπο και αντιτείνετε πως είναι μια μορφή αλλαγής: θα συμφωνήσω, όμως πρόκειται περί καιροσκοπικής κι όχι πραγματικής αλλαγής. Διότι η αλλαγή γίνεται έντιμη, μόνο όταν τολμάει να τραβήξει κόντρα τ’ ανέμου κι όχι όπου φυσάει – και δυστυχώς για τον τόπο μας είναι αρκετοί που φρόντισαν να φυσήξουν προς τον νοτιά και μόνον.

Τέτοιες στάσεις άρνησης όπως τις ανωτέρω στερούν το δικαίωμα της προόδου και της βελτίωσης που μας προσφέρει η λύση. Μια λύση που θα ενώσει την πατρίδα και θα δώσει την ευκαιρία στον καθένα από εμάς να διανύσει ελεύθερα ολόκληρη την Κύπρο – από την Πάφο μέχρι την Καρπασία και τον Απόστολο Ανδρέα. Που θα δώσει την ευκαιρία στον καθένα να βιώσει σε ένα ειρηνικό νησί με προοπτική την συνεργασία, την πρόοδο της κοινωνίας με τις βασικές ανθρώπινες ανάγκες όπως ελευθερία, (πραγματική) μόρφωση, εργασία, ασφάλεια, άνεση – μακριά από προκαταλήψεις, φοβίες, μισαλλοδοξίες και ρατσισμό. Αλλά και την αναγκαία για όλους ανάπτυξη της οικονομίας. Κυρίως όμως, μια λύση που θα μας απαλλάξει εξολοκλήρου από την Κατοχή, τον κατοχικό στρατό της Τουρκίας και τις εγγυήσεις. Αναδεικνύοντας την χώρα μας ως ουσιαστικό παράγοντα σταθερότητας στην περιοχή –  δίνοντας ελπίδα στους τριγύρω λαούς που υποφέρουν απ’ την αυτοπροκληθείσα ανηλικότητα τους που τους μετατρέπει σε θύματα μίσους και ντροπής.

Αν θέλουμε πραγματικά ένα εξελιγμένο – εκσυγχρονισμένο κράτος, τότε ας κοιταχτούμε στον καθρέπτη και ας απαντήσουμε στους εαυτούς μας.  Μπορούμε να κοιτάξουμε μπροστά και να αλλάξουμε τα κακώς κείμενα; Μπορούμε να έχουμε πραγματικά κάτι να παραδώσουμε στις επόμενες γενιές ή θα λέμε πάλι στα σχολεία για τα δεινά και τις ανθρωπιστικές καταστροφές που προκάλεσαν οι δογματισμοί, οι φανατισμοί, οι μισαλλοδοξίες και συγχρόνως θα πράττουμε παρόμοια ή και τα ίδια, εξομοιώνοντας τους εαυτούς μας με αυτά; Εγώ λέω πως ναι, μπορούμε! Ο Κυπριακός Ανορθολογισμός λύνεται, μαζί του και δεκάδες άλλα προβλήματα που μας κρατούν αλυσοδεμένους στο «παρελθόν των λαθών», που μας διατηρούν στις επαίσχυντες ενέργειες που μας οδήγησαν στις κρίσεις ηθών και αξιών, στην οικονομική και κοινωνική εξαθλίωση. Σήμερα, μπορούμε να ανοικοδομήσουμε την εμπιστοσύνη κοινωνίας – πολιτικής, να σταθεροποιήσουμε την οικονομία και να ενώσουμε την μοιρασμένη Κύπρο μας. Οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε πλέον πως η απαισιοδοξία είναι απλά μια διάθεση, ενώ η αισιοδοξία είναι… η θέληση!

Η αλλαγή πάντα έρχεται, αλλά για να έρθει χρειάζεται η θέληση.  Ας θελήσουμε σήμερα να γίνουμε αισιόδοξοι για τον τόπο μας και να πούμε ότι “Μπορούμε” – γιατί πραγματικά μπορούμε!  


ζωη

 

 

Ζωή Παναγή