Η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των Παγκύπριων εξετάσεων, δημιούργησε και φέτος σκιές σχετικά με το επίπεδο της παρεχόμενης εκπαίδευσης στα κυπριακά δημόσια σχολεία. Αν και η συζήτηση επικεντρώνεται γύρο από τα αποτελέσματα των Νέων Ελληνικών, στα οποία οι μαθητές σημείωσαν κατά μέσο όρο την κάκιστη επίδοση του 7.9, εντούτοις και σε άλλα μαθήματα τα αποτελέσματα είναι τουλάχιστον απογοητευτικά (Βιολογία 8.1, Ιστορία 9.7, Φυσική 10.8, Μαθηματικά Κατεύθυνσης 10.3).
Τα αποτελέσματα αυτά καταδυκνύουν για ακόμα μια χρονιά ότι κάτι δεν πάει καλά με την παιδεία μας στην Κύπρο. Φυσικά, δεν μπορούν να είναι όλοι άριστοι. Από την άλλη όμως δεν μπορεί η πλειοψηφία να είναι κάτω του μετρίου. Το ερώτηματα που προκύπτουν στο σημείο αυτό είναι δύο. Το πρώτο είναι, τι φταίει για τις χαμηλές επιδόσεις των μαθητών μας και το δεύτερο πώς μπορούμε να βελτιώσουμε την παρούσα κατάσταση. Δύο ερωτήματα απλά και εύλογα. Για να βρεθούν όμως οι απαντήσεις χρειάζονται πολλές μελέτες, αρκετή εμπειρογνωμοσύνη και πολλά μυαλά από διάφορους τομείς που θα συνεργαστούν. Πιο κάτω θα επιχειρήσω να καταγράψω κάποιες σκέψεις για τα ερωτήματα αυτά, μιά και οι απαντήσεις, θέλουν πολλή δουλεία όπως είπαμε, για την οποία δεν είμαι ο κατάλληλότερος.
Τι φταίει; Θεωρώ δίκαιο να αναφέρουμε αρχικά τι δεν φταίει. Σίγουρα δεν φταίνε οι μαθητές. Τα παιδιά είναι το ζυμάρι που πέρνει όποιο σχήμα του δώσουν οικογένεια και δασκάλοι. Άρα οι ευθύνες πρέπει να αναζητηθούν αλλού. Πρωτίστως θα πρέπει να εντοπίσουμε τα λάθη στον τρόπο λειτουργίας του δημόσιου σχολείου. Βοηθούν άραγε τα σχολεία τα παιδιά να ανακαλύψουν τα ταλέντα τους; Η απάντηση είναι αρνητική. Αντιθέτως αναπαράγουν και προωθούν την λανθασμένη νοοτροπία της κοινωνίας μας που δημιουργεί μόδες της κάθε εποχής. Κάποια χρόνια πριν έπρεπε όλοι να γίνουν δάσκαλοι και φιλόλογοι. Σήμερα πρέπει να γίνουμε όλοι μηχανολόγοι μηχανικοί και δικηγόροι. Η φιλοσοφία αυτή, «τρώει» τα παιδιά μας, αφού τα αναγκάζει να κλειστούν σε ένα καλούπι, το οποίο ουσιαστικά δεν επέλεξαν αλλά βρέθηκαν εκεί ακολουθώντας το ρεύμα της εποχής τους, με αποτέλεσμα να μην μπορούν πολλές φορές να αντεπεξέλθουν. Μια άλλη νόσος του δημόσιου σχολείου είναι ότι δεν μαθαίνει στα παιδιά πως να μαθαίνουν. Η εκπαίδευση είναι τόσο τυποποιημένη με αποτέλεσμα να ευνοεί την παπαγαλία, να υποβιβάζει τον ρόλο της κριτικής σκέψης και της αναζήτησης της πληροφορίας. Το παράδοξο είναι ότι ενώ ζούμε στην εποχή της πληροφορίας δεν ενθαρύνουμε τα παιδιά να αναζητήσουν την πληροφορία. Αυτή την στιγμή οι μαθητές διαθέτουν το ισχυρότερο μέσο προς την γνώση, το διαδύκτυο, αλλά το χρησιμοποιούν μονο για likes και status updates, διότι δεν τους μάθαμε ότι μπορούν να κάνουν και άλλα, σπουδαία πράγματα στον χώρο αυτό. Επίσης, είναι πλέον τετριμμένο, αλλά δεν μπορεί να μην αναφερθεί, το γεγονός ότι μερίδα καθηγητών και δασκάλων δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στα καθήκοντα που τους ανατείθενται. Αυτό είτε διότι δεν έχουν τις ικανότητες είτε διότι δεν θέλουν. Τέλος πολύ σημαντικός είναι και ο ρόλος της οικογένειας αλλά αυτό είναι μεγάλο θέμα και θα χρειάζονταν πολλές γραμμές για να αναλυθεί.
Πώς βελτιώνεται η κατάσταση; Έχω την άποψη ότι οι αλλαγές στην μέση εκπαίδευση που προωθούνται από το Υπουργείο Παιδείας αν και έχουν πολλά περιθώρια βελτίωσης, είναι προς την σωστή κατεύθυνση, διότι για πρώτη φορά εισάγονται κριτήρια στους διορισμούς εκπαιδευτικών, με βάση τις γνώσεις και την εμπειρία. Είναι επίσης θετικό ότι το εκπαιδευτικό σύστημα απλοποιείται και γίνεται πιο στοχευμένο με την εισαγωγή κατευθύνσεων στο λύκειο. Η αλλαγή αυτή όμως δεν θα έχει κανένα νόημα εάν δεν καθοδηγήσουμε σωστά τους μαθητές. Διότι το καλούπι στο οποίο εγκλωβίζουμε τα παιδιά συνεχίζει να υπάρχει. Η σωστή καθοδήγηση μπορεί να ερθεί εάν πρώτα βοηθηθεί ο μαθητής να ανακαλύψει τις δεξιότητες του. Κάτι το οποίο μπορεί να γίνει με την εισαγωγή έγκυρων ψυχομετρικών τεστ και άλλων επιστημονικών μεθόδων στα σχολεία, που χρησιμοποιούνται ευρέως σε εκπαιδευτικά ιδρύματα του εξωτερικού. Αλλά και με την αναβάθμιση του ρόλου της συμβουλευτικής και επαγγελματικής αγωγής. Επιπλέον η πλήρης υιοθέτηση των νέων τεχνολογιών είναι επιτακτική ανάγκη. Θα πρέπει πρώτα να διδαχθούν οι μαθητές πως θα αναζητούν την πληροφορία, μέσα από επιστημονικές βάσεις δεδομένων, ηλεκτρονικές βιβλιοθήκες κλπ. Στην συνέχεια θα πρέπει να τους δωθούν κίνητρα έτσι ώστε να ερευνήσουν από μόνοι τους και όχι να λαμβάνουν την περιορισμένη σχολική γνώση έτοιμη στο πιάτο. Με τον τρόπο αυτό καλλιεργείται η κριτική σκέψη, διαμορφώνεται η προσωπικότητα και τείθενται οι βάσεις για την δημιουργία μελλοντικών ερευνητών που αποτελούν πηγή καινοτομίας την οποία έχουμε μεγάλη ανάγκη.
Σίγουρα οι πιο πάνω σκέψεις δεν είναι όυτε ολοκληρωμένη εικόνα, αλλά ούτε και λύση των προβλημάτων του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Θεωρώ όμως ότι σκέψεις σαν αυτές μπορούν να συγκεντρωθούν, να μπουν πάνω στα τραπέζια των κέντρων λήψεως αποφάσεων και να μετατραπούν από ειδικούς σε μέτρα που θα βοηθήσουν να βλέπουμε τα επόμενα χρόνια καλύτερα αποτελέσματα στις Παγκύπριες εξετάσεις. Διότι καλύτερα αποτελέσματα, σημαίνει καλύτερη παιδεία και καλύτερη παιδεία σημαίνει καλύτερη πατρίδα.
Ευριπίδης Καραϊσκάκης